FORUM for ECONOMIC GROWTH & INVESTMENTS

Οι "μεγάλες ασθένειες" της Ελληνικής Γεωργίας: χαμηλή παραγωγικότητα, μικρές μονάδες και έλλειψη farm managers

Του Κίμωνα Π. Στεριώτη

            Η ελληνική γεωργία είναι «βαριά ασθενής» και χρειάζεται μεγάλες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Γιατί μια δυναμική γεωργία, αφενός θα συμβάλει στην ανάκαμψη της Εθνικής Οικονομίας και αφετέρου δεν θα διατρέχει «κίνδυνο περιθωριοποίησης» με τη νέα αναθεωρημένη Κοινή Αγροτική Πολιτική.

            Δυστυχώς, διαχρονικά η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας έχει συρρικνωθεί δραματικά. Επειδή βασίζεται σε ξεπερασμένες μεθόδους, πολύ μικρό μέγεθος αξιοποιήσιμης αγροτικής γης και, κυρίως, σε ένα «γερασμένο» ανθρώπινο δυναμικό με πολύ ελλιπή κατάρτιση και εκπαίδευση σε θέματα σύγχρονου farm management.

            Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat είναι αποκαλυπτικά των αδιεξόδων της γεωργίας στον τομέα της ανταγωνιστικότητας:

  • Η παραγωγικότητα εργασίας στην ελληνική γεωργία βρίσκεται 25% κάτω από το μέσο όρο της Ε.Ε. των «27», ενώ αντιστοιχεί μόλις στο 21% της παραγωγικότητας της Ολλανδίας και στο 26% της Δανίας και του Βελγίου.
  • Η οικονομική επιφάνεια (καθαρά έσοδα) της μέσης αγροτικής εκμετάλλευσης στην Ελλάδα είναι 36% χαμηλότερη έναντι του μέσου όρου της Ε.Ε. των «27», ενώ αντιστοιχεί μόλις στο …6,5% της οικονομικής επιφάνειας της μέσης αγροτικής εκμετάλλευσης της Ολλανδίας και στο 9% της Δανίας.
  • Εξαιρετικά μικρό είναι και το μέγεθος των διαθέσιμων εκτάσεων ανά μέση αγροτική εκμετάλλευση στην Ελλάδα, που ανέρχεται σε 4,7 εκτάρια. Σε σύγκριση με την Ελλάδα, οι ανά μέση αγροτική εκμετάλλευση εκτάσεις είναι μεγαλύτερες κατά 168% στην Ε.Ε. των «27», 1.170% στη Δανία (!) και 1.045% στη Βρετανία…
  • Τέλος, στο σύνολο των επικεφαλής αγροτικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα μόλις το 5,4% έχει γεωργική εκπαίδευση και κατάρτιση, όταν τα σχετικά ποσοστά ανέρχονται στο 20% στην Ε.Ε. των «27», ενώ φθάνουν το 71,5% στην Ολλανδία και το 68,5% στη Γερμανία…

Οι κύριες αρνητικές συνέπειες όλων των ανωτέρω δομικών προβλημάτων της ελληνικής γεωργίας είναι:

  • Πολύ υψηλό κόστος παραγωγής αγροτικών προϊόντων και ειδών διατροφής.
  • Τεράστια ελλείμματα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και ειδών διατροφής της χώρας.
  • Υψηλότερες τιμές λιανικής των τροφίμων και ποτών με πρώτες ύλες της ελληνικής γεωργίας σε σχέση με αυτά που εισάγονται από ξένες εταιρείες και αλυσίδες σούπερ μάρκετ.
  • Αδυναμία της γεωργίας να αυξήσει την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία των Περιφερειών της χώρας και το Εθνικό Προϊόν.
  • Πολύ σοβαρά προβλήματα υποαπασχόλησης εγκατεστημένου παραγωγικού δυναμικού και στην ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας τροφίμων και ποτών.

Είναι προφανές ότι η ελληνική γεωργία χρειάζεται ένα «βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης» που θα στηρίζεται περισσότερο στην επιχειρηματικότητα και στη διευρυμένη παραγωγή και εμπορία με χαμηλότερο και πιο ανταγωνιστικό κόστος.

Το «μοντέλο» των μεγάλων επιδοτήσεων προς τη γεωργία χωρίς οικονομικό εξορθολογισμό και βιώσιμη αναπτυξιακή στρατηγική έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

Οι 10 κίνδυνοι που απειλούν τις ευρωπαϊκές οικονομίες και τα Χρηματιστήρια...

Του ΚΙΜΩΝΑ ΣΤΕΡΙΩΤΗ
Η επιτυχημένη ολοκλήρωση των ανακεφαλαιοποιήσεων των τραπεζών, η προώθηση των αναδιαρθρώσεων του δημόσιου τομέα, η μείωση των δημοσίων δαπανών και η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων αποτελούν τους κυριότερους παράγοντες στήριξης της εγχώριας αγοράς και περαιτέρω βελτίωση του «επιχειρηματικού κλίματος».
Η «ευφορία» που διαπιστώνεται στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά είναι «εύθραυστη» και θα πρέπει να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις στο σύνολό τους, λαμβάνοντας υπόψη τις αυξανόμενες δυσκολίες που παρουσιάζονται για την ευρωπαϊΚή οικονομία. 
Τα ανωτέρω υπογραμμίζονται λόγω της αρνητικής πορείας του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος των χωρών της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης των «27» και των αυξημένων κινδύνων που διαγράφονται στον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο μεσοπρόθεσμα. Συγκεκριμένα, από την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας – που άμεσα επηρεάζει και την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας – γίνονται οι εξής διαπιστώσεις:
1. Οι ρυθμοί μεταβολής του ΑΕΠ της Ε.Ε. – σε ετήσια βάση – κινούνται σε αρνητικά επίπεδα, υποδηλώνοντας εσωτερικές διαρθρωτικές αδυναμίες των ευρωπαϊκών οικονομιών και δυσκολιών αύξησης της ανταγωνιστικότητας.
2. Οι ετήσιοι ρυθμοί μεταβολής των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων κινούνται πάρα πολύ υψηλότερα από τους ρυθμούς ανόδου (όγκους) της «πραγματικής» ευρωπαϊκής οικονομίας. Αυτή η «ψαλίδα» εγκυμονεί κινδύνους να εκδηλωθεί μια απότομη πτώση των ευρωπαϊκών χρηματιστηριακών τιμών, συμπαρασύροντας και το ελληνικό χρηματιστήριο.
3. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις εμφανίζονται με πολύ περιορισμένα αποθέματα και περιορισμένο ενδιαφέρον για αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου. Προφανώς επειδή διαβλέπουν μεσοπρόθεσμα δυσκολίες στην αύξηση της συνολικής ζήτησης για εμπορεύματα και υπηρεσίες. Πρόσθετος παράγοντας που στηρίζει την ανωτέρω υπόθεση είναι και η σοβαρή επιβράδυνση των ρυθμών ανόδου του πληθωρισμού και των τιμών χονδρικής πώλησης.
4. Ο κατασκευαστικός τομέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάζει αρνητικούς ρυθμούς, οι οποίες αντανακλούν τα γενικότερα προβλήματα σε όλο το φάσμα των κατασκευαστικών εργασιών και τις δυσκολίες ανάκαμψης τουλάχιστον για το επόμενο 12μηνο.
5. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φαίνεται να έχει εξαντλήσει τα περιθώρια περαιτέρω μειώσεων των κεντρικών επιτοκίων, με αποτέλεσμα να μην αναμένεται ιδιαίτερα μεγάλη – πρόσθετη στήριξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και κεφαλαιαγοράς από την ΕΚΤ.
6. Είναι κοινή διαπίστωση ότι τόσο η Ιταλία όσο και η Γαλλία πρέπει να μπουν σε φάση «εσωτερικών υποτιμήσεων» και διαρθρωτικών αλλαγών για να μειώσουν την υπερβάλλουσα ζήτηση που δεν ανταποκρίνεται σε πραγματικά δεδομένα διεθνούς ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας. Σημειωτέον ότι, ανάλογες απόψεις αρχίζουν να «ακούγονται» επισήμως και για τη γερμανική οικονομία…
7. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες στο σύνολό τους εμφανίζουν δυσκολίες στην αύξηση του όγκου των σ΄αυτές καταθέσεων και, κατ΄ επέκταση, στην αύξηση των χορηγήσεων νέων δανείων προς τις επιχειρήσεις, που βρίσκονται μπροστά σε υποχώρηση της συνολικής ζήτησης.
8. Το ευρώ εξακολουθεί να εμφανίζεται ισχυρό έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, γεγονός που εγκυμονεί δυσκολίες περαιτέρω διεύρυνσης των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, οι οποίες, επιπρόσθετα, υποχρεούνται να μειώσουν σημαντικά τα δημοσιονομικά ελλείμματά τους.
9.   Εξίσου αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι οι εκτός ευρωζώνης χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμφανίζουν καλλίτερες προοπτικές αύξησης του ΑΕΠ τους μέχρι και το 2014 – προφανώς επωφελούμενες και από την ισοτιμία των νομισμάτων τους προς το ευρώ.
10. Από πλευράς διεθνούς ανταγωνιστικότητας οι οικονομίες της Ευρώπης σαφώς εξακολουθούν να υστερούν έναντι των αναδυομένων αγορών και αυτό αποτελεί πρόσθετο παράγοντα ανησυχίας για την περαιτέρω οικονομική και χρηματιστηριακή πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η μεγάλη απορροφητικότητα στο εσωτερικό των αναδυομένων αγορών περιορίζει τόσο τους κινδύνους για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές όσο και για την «επιθετικότητα» των επιχειρήσεων αυτής της ομάδας χωρών.
Συμπεράσματα
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η ευρωπαϊκή οικονομία πρέπει να προχωρήσει σε σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές και «πραγματικές μεταρρυθμίσεις» προκειμένου να ανακτήσει μέρος του «χαμένου εδάφους» της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της…
Ακριβώς για τους λόγους που αναφέρθηκαν επείγει να ληφθούν όλα εκείνα τα μέτρα – το ταχύτερο δυνατόν – που θα κάνουν τόσο την «πραγματική οικονομία» της Ελλάδος όσο και της εγχώριας χρηματιστηριακής αγοράς ακόμη πιο δυνατή και διεθνώς πιο ανταγωνιστική
.

Πολλές χιλιάδες νέες εταιρείες θα δημιουργηθούν μέσα στην κρίση σύντομα…

 

Του ΚΙΜΩΝΑ ΣΤΕΡΙΩΤΗ

Συμπίεση δαπανών των Δήμων

μέσω του Public Management

Του ΚΙΜΩΝΑ ΣΤΕΡΙΩΤΗ

Δημοσιεύθηκε: 10.12.2012

 

Η υιοθέτηση μεθόδων του ιδιωτικού τομέα για αποτελεσματική διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και του Ανθρώπινου Δυναμικού από την Κυβέρνηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί «μονόδρομο» για τη συμπίεση του κόστους λειτουργίας του Κράτους και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Με δεδομένη την αδυναμία του Κράτους να συνεχίσει να επιδοτεί τους ΟΤΑ, αλλά και τις ιδιαίτερα αυξημένες δυσκολίες των δημοτών να αποδεχθούν αυξήσεις των δημοτικών τελών και άλλων σχετικών επιβαρύνσεων, οι Δήμοι θα πρέπει το ταχύτερο δυνατόν να αξιοποιήσουν τις μακρές εμπειρίες των ιδιωτικών επιχειρήσεων για εξορθολογισμό των δαπανών τους.

Έτσι, με τα σημερινά δεδομένα, είναι καθήκον  των τοπικών εκπροσώπων να δουν από «μηδενική βάση» και εμπεριστατωμένα την αποτελεσματικότητα της οικονομικής διαχείρισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αξιοποιώντας τις μεγάλες δυνατότητες και τις μεθόδους του public management.

Ο όρος public management έχει την έννοια ότι, οι κυβερνήσεις και οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί (Τοπικής Αυτοδιοίκησης κλπ) εφαρμόζουν μεθόδους management ανάλογες με αυτές του ιδιωτικού τομέα προκειμένου να μεγιστοποιούνται τα οφέλη από τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους πολίτες, δημότες κλπ αλλά με το χαμηλότερο δυνατό κόστος.

Μέσω της αποτελεσματικής διαχείρισης των δημοσίων και δημοτικών πόρων βασικοί στόχοι της κάθε Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα πρέπει να είναι:

  • Αναλυτική εξέταση όλων των επιμέρους δαπανών προκειμένου αυτές να αξιολογηθούν κατά περίπτωση και να καταταγούν με βάση τη χρησιμότητα που έχουν για τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους δημότες.
  • Δημιουργία έστω και οριακών πλεονασμάτων με βάση τις υφιστάμενες δαπάνες ως προς τα πραγματοποιούμενα έσοδα, εξαιρουμένων αυτών που προέρχονται από κρατικές επιδοτήσεις.
  • Αναζήτηση τρόπων αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας που διαθέτουν, προκειμένου είτε να ρευστοποιηθούν είτε να αποδοθούν για εμπορική εκμετάλλευση μέσω διαγωνισμών με απόλυτη διαφάνεια.
  • Εξέταση εναλλακτικών τρόπων για παρεχόμενες υπηρεσίες (πχ αποκομιδή σκουπιδιών) μέσω διαγωνισμών από εταιρείες, προκειμένου να συμπιεστούν σημαντικά κόστη.

Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού

Ιδιαίτερη σημασία έχει για την Τοπική Αυτοδιοίκηση να «διδαχθεί» από τον ιδιωτικό τομέα και τις μακρές εμπειρίες του σχετικά με τις πολιτικές του για την κατά το δυνατό καλλίτερη αξιοποίηση του Ανθρώπινου Δυναμικού που διαθέτουν.

Αυτό σημαίνει ότι οι εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα πρέπει να εφαρμόσουν πρακτικές, όπως:

  • Συνεχής έλεγχος της αποτελεσματικότητας του προσωπικού των ΟΤΑ- συνολικά και ανά εργαζόμενο.
  • Αξιολόγηση της ατομικής αποδοτικότητας του κάθε εργαζόμενου με «κριτήρια πλήρους διαφάνειας» και «αξιοκρατίας», προκειμένου να προαχθούν οι πλέον ικανοί για τις ανώτερες και ανώτατες θέσεις στους δημοτικούς οργανισμούς.
  • Ανάθεση πρόσθετων εργασιών, προκειμένου να βελτιωθεί η ατομική παραγωγικότητα και απόδοση.
  • Δημιουργία συστημάτων «ευέλικτης εργασίας», προκειμένου να εξυπηρετούνται καλλίτερα και ταχύτερα οι δημότες, με κύριο στόχο την πάταξη της γραφειοκρατίας.
  • Λήψη αποτελεσματικών μέτρων τη μείωση των μισθολογικών δαπανών, εφόσον διαπιστώνεται ότι υπάρχει «πλεονάζον προσωπικό» ή εργαζόμενοι που δεν μεριμνούν ιδιαίτερα για την παροχή καλλίτερων υπηρεσιών προς τους πελάτες.

Έτσι, μειώνοντας τις γενικές και τις επιμέρους δαπάνες και βελτιώνοντας τις αποδόσεις προσωπικού οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης δύνανται να πραγματοποιήσουν γρήγορα τον εξορθολογισμό των δαπανών και των εσόδων τους, δημιουργώντας πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για άσκηση πρόσθετων κοινωνικών παροχών.

Επιπλέον, επειδή η πραγματοποίηση δημοτικών επενδύσεων κατά κανόνα έχει αρνητικές κεφαλαιακές αποδόσεις, είναι δυνατόν δημοτικά ακίνητα ή και πρωτογενείς πόροι από ετήσια πλεονάσματα να αξιοποιηθούν – μέσα από διαδικασίες απόλυτης διαφάνειας – να μπουν ΟΤΑ ως μειοψηφούντες μέτοχοι σε επενδυτικά έργα με τους ιδιώτες να αναλαμβάνουν επιχειρηματικά και επενδυτικά ρίσκα, προκειμένου να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές επιχειρήσεις στην ελληνική περιφέρεια.

CHANGE MANAGEMENT PRINCIPLES AND METHODS 

Το  Activity Based Costing «εργαλείο»

 για αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων

Του ΚΙΜΩΝΑ ΣΤΕΡΙΩΤΗ

 Δημοσιεύθηκε: 7.12.2012

 

Το Activity Based Costing (ABC) αποτελεί ένα «μοντέλο» που επιτρέπει τον έλεγχο του κόστους κάθε οικονομικής δραστηριότητας μέσα στην επιχείρηση και σχετίζεται αυτό με το συνολικό αριθμό των συναλλαγών που γίνονται για κάθε προϊόν και κάθε υπηρεσία.

Κεντρικός Σκοπός του  Activity Based Costing είναι η διαμόρφωση του κόστους σε εκείνα τα επίπεδα που θα επιτρέπουν στην επιχείρηση να εξασφαλίζει έστω και οριακά κέρδη ανά πωλούμενο προϊόν ή παρεχόμενη υπηρεσία.

Η κοστολόγηση με βάση την ασκούμενη οικονομική δραστηριότητα (Activity Based Costing) αποτελεί μια δυναμική εξέλιξη των παραδοσιακών μεθόδων κοστολόγησης της παραγωγής και των παρεχομένων υπηρεσιών και θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως «μονόδρομος» για την επιβίωση επιχειρήσεων σε οικονομικά βιώσιμες, ιδιαίτερα σε περιόδους παρατεταμένης ύφεσης.

Η «δουλειά» των managers σήμερα είναι δυσκολότερη σε σύγκριση με αυτήν που είχαν να κάνουν παλαιότερα, τότε που έδιναν περισσότερο έμφαση στην επέκταση μέσω της άντλησης δανειακών κεφαλαίων και λιγότερη βαρύτητα στους παράγοντες διαμόρφωσης του συνολικού κόστους.

 Με βάση τις σύγχρονες προσεγγίσεις κοστολογήσεων σε περιόδους χαμηλής ρευστότητας των επιχειρήσεων το Activity Based Management, στοχεύοντας στη βελτιστοποίηση των οικονομικών επιδόσεων, θα πρέπει να προσδιορίσει και ταξινομήσει σε γενικές γραμμές:

1.     Πελάτες που αποφέρουν καθαρά κέρδη ή προκαλούν ζημιές: Εάν οι πελάτες που δεν αποφέρουν κέρδη σε μια βιομηχανία είναι μεγάλες αλυσίδες ή μικρά καταστήματα το management της επιχείρησης βιομηχανίας θα πρέπει:

·        Να αναπροσαρμόσει τις εμπορικές πολιτικές της έναντι πελατών που αποτελούν «βάρος» γι΄ αυτήν. Διαφορετικά οι οικονομικές επιβαρύνσεις θα προκαλέσουν αργά ή γρήγορα μετακύλισή τους στους πελάτες που δημιουργούν κέρδη για την επιχείρηση…

·        Να συμπιεσθεί το κόστος παραγωγής ώστε τα συνολικά έσοδα να αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη, υπερκαλύπτοντας έτσι τις επιβαρύνσεις που προκαλούνται από επισφαλείς πελάτες.

·        Να σταματήσει άμεσα ο εφοδιασμός των πελατών που δημιουργούν ζημία στην επιχείρηση.

2.     Προϊόντα που δημιουργούν κέρδη ή προκαλούν ζημιές: Μεσοπρόθεσμα η ακολουθητέα πολιτική θα πρέπει να αποβλέπει στη μείωση του κόστους παραγωγής εκείνων των προϊόντων που προκαλούν ζημία. Αποφάσεις, όμως, που θα αφορούν στην άρση ή στη συνέχιση της παραγωγής προϊόντων που προκαλούν ζημίες θα εξαρτηθεί από έρευνες αγοράς σχετικά με τη ζήτηση που θα έχουν μελλοντικά αυτά τα προϊόντα:

·        Εάν οι έρευνες συμφωνούν στο ότι θα αυξηθεί η κατ΄ όγκο ζήτησή τους, θα πρέπει να μεταβληθούν τα κοστολογικά δεδομένα.

·        Εάν εκτιμάται ότι δεν θα υπάρξει ενδιαφέρον για τα ζημιογόνα προϊόντα τότε θα πρέπει άμεσα να εγκαταλειφθεί η παραγωγή τους…

3.     Συμμετοχή των καναλιών διανομής στα κέρδη ή στις ζημιές: Ενδεχόμενα τοπικοί αντιπρόσωποι να μην είναι αρκετά αποτελεσματικοί και να χρειάζεται να γίνουν προσπάθειες για να βρεθούν αντικαταστάτες που θα εξασφαλίζουν καλλίτερες επιδόσεις για την εταιρεία.

4.     Εγκατάλειψη των «ζημιογόνων αγορών»: Εάν υπάρχουν μικρές αγορές που, για διάφορους λόγους, δεν είναι σε θέση να αποφέρουν κέρδη σε βάθος χρόνου θα πρέπει να εγκαταλειφθούν. Βεβαίως εάν σε πάρα πολλές αγορές διαπιστώνονται ζημιές και χαμηλή αποτελεσματικότητα ενδεχόμενα θα πρέπει να επανελεχθούν όλα τα κόστη από λειτουργικές και επενδυτικές δραστηριότητες της εταιρείας.

Παλαιοτέρα:

  1. Οι κοστολογήσεις είχαν ως βασικό στόχο τη μέσα σε ορισμένα όρια διαμόρφωση του συνολικού κόστους και στη συνέχεια τη διαμόρφωση με βάση αυτό τον προϋπολογισμό των περιθωρίων κέρδους, των χονδρικών και λιανικών τιμών διάθεσης των προϊόντων κλπ.
  2. Ο συνολικός όγκος της παραγωγής και η σχέση συνολικών εσόδων προς έξοδα. Τώρα επιδιώκεται η μέτρηση του κόστους κάθε προϊόντος και υπηρεσίας ξεχωριστά και η συμβολή τους στη δημιουργία καθαρών κερδών σε όφελος των μετόχων, λαμβάνοντας υπ΄ όψη τη μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους του πελάτη.
  3. Δεν λαμβάνονταν ιδιαίτερα υπ΄ όψη μια σειρά από παράγοντες που είχαν σχέση με τις μεταβαλλόμενες προτιμήσεις των καταναλωτών, το καθαρό κέρδος ανά προϊόν κλπ.
  4. Μια σειρά από δαπάνες θεωρούνταν έμμεσες και κατ΄ επέκταση «δεδομένες» ή «ανελαστικές» χωρίς να λαμβάνεται υπ΄ όψη ότι τελικά επιβαρυνόταν η τελική τιμή διάθεσης των προϊόντων. 

 

Η εξειδικευμένη εργασία προϋπόθεση

για υψηλή ανταγωνιστικότητα

 

Του ΚΙΜΩΝΑ ΣΤΕΡΙΩΤΗ

Ο χαμηλός βαθμός εξειδίκευσης του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί βασικό εμπόδιο σε μια επιτυχημένη διαχείριση αλλαγών είτε σε επίπεδο μιας επιχείρησης είτε σε επίπεδο παραγωγικού δυναμικού μιας χώρας. Η προώθηση στις αγορές προϊόντων υψηλής ζήτησης προϋποθέτει την απασχόληση εξειδικευμένου, ευέλικτου και με πελατοκεντρική «φιλοσοφία» προσωπικό.

Από την άλλη πλευρά, πλήρως εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό σε επιχειρήσεις που διαθέτουν προϊόντα και υπηρεσίες με χαμηλή ζήτηση μέσα στην παγκοσμιοποιημένη αγορά καθιστούν αναποτελεσματική κάθε προσπάθεια για προώθηση αλλαγών.

Για τους λόγους αυτούς οι επιχειρήσεις που θέλουν να αποφύγουν την «περιθωριοποίησή» τους θα πρέπει να έχουν στον επίκεντρο των των προσπαθειών τους εσωτερικές αλλαγές και αναδιαρθρώσεις τέσσερις βασικές προτεραιότητες:

  1. Σχεδιασμός προϊόντων που θα έχουν για μεγάλο χρονικό διάστημα υψηλή ζήτηση.
  2. Παραγωγικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν υψηλή ποιότητα και π[προστιθεμένη αξία.
  3. Πολύ αποτελεσματικό στελεχιακό και εργατοϋπαλληλικό δυναμικό, ικανό να πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες αλλαγές.
  4. Αποτελεσματικά δίκτυα διανομής και συνεργάτες που θα προωθήσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες σε αγορές με μεγάλη απορροφητικότητα για τα προϊόντα της εταιρείας.

Μόνο εφόσον υπάρχουν αυτές οι βασικές προϋποθέσεις θα καταστεί εφικτή η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας που είναι αναγκαία συνθήκη για την αύξηση των πωλήσεων και των κερδών.

Βασικοί παράγοντες αύξησης της παραγωγικότητας εργασίας είναι:

  • Υψηλός βαθμός απασχόλησης κεφαλαίου ανά μονάδα εργασίας (επιχείρηση έντασης κεφαλαίου).
  • Συνεχείς δαπάνες για Έρευνα και νέες τεχνολογίες, που θα εξασφαλίσουν στα προϊόντα δυνατότητα αποτελεσματικής ικανοποίησης των αναγκών συγκεκριμένων ομάδων καταναλωτών.
  • Καλλίτερη οργάνωση της εργασίας στην επιχείρηση, τα καταστήματα της κλπ.
  • Κατάλληλη εξειδίκευση του προσωπικού, ανάλογα με τις ανάγκες και τα προϊόντα της επιχείρησης, μέσα από προγράμματα συνεχούς κατάρτισης και εκπαίδευσης.
  • «Αφοσίωση» και «δέσμευση» των εργαζομένων ότι θα συμβάλλουν συνεχώς στην επίτευξη των στόχων της επιχείρησης.

Μακροοικονομικές αλλαγές

Εάν μεταφέρουμε αυτό «μοντέλο αλλαγών» από το επίπεδο μιας επιχείρησης στο επίπεδο ενός ξεπερασμένου παραγωγικού δυναμικού μιας χώρας με χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα, τότε από μακροοικονομική άποψη θα έχουμε:

Αύξηση των επενδύσεων κεφαλαιουχικού εξοπλισμού + προηγμένη τεχνολογία + βελτίωση της παραγωγικότητας εργασίας  =   Αύξηση του Εθνικού Προϊόντος  = Αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων και των καθαρών εσόδων των επιχειρήσεων = Αύξηση της απασχόλησης κλπ

Ο καλλίτερος τρόπος για να αυξηθεί η απασχόληση είναι να ενισχυθούν οι καινοτόμες δραστηριότητες σε τομείς έντασης γνώσεων (innovative capacity in knowledge intensive sectors), ιδιαίτερα σε αυτούς που συνδέονται με την παραγωγή νέων προϊόντων και υπηρεσιών και είναι ανοικτοί στο διεθνή ανταγωνισμό.

Αυτοί οι τομείς μπορούν πολλαπλά να συμβάλλουν στην αύξηση της συνολικής απασχόλησης με την:

  • Ανάπτυξη και δημιουργία εισοδημάτων από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται με επιτυχία στη διεθνή αγορά.
  • Θετική επίδρασή τους σε άλλους τομείς της Εθνικής Οικονομίας που είναι εντάσεως εργασίας και σε μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περιφερειακό επίπεδο ή σε τοπικές αγορές.

 

Δυσκολίες προσαρμογής

 

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις σε χώρες με μεγάλη μακροχρόνια ανεργία είναι η έλλειψη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Σε αυτές τις χώρες – παρά τις πολύ χαμηλές αμοιβές για εργασία – οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι βρίσκονται σχεδόν στα «όρια της αγοράς εργασίας» (margins of the labour market) δεν υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον από σύγχρονες, δυναμικές και κανοτόμνες επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Οι λόγοι της «επενδυτικής αποχής» οφείλεται σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό στα «μειονεκτήματα» που έχουν οι εργαζόμενοι, αφού:

  • Έχουν χαμηλό βαθμό εξειδίκευσης και για το λόγο αυτό έχουν δυσκολίες να βρουν μια μόνιμη απασχόληση και να εξασφαλίζουν ικανοποιητικά εισοδήματα.
  • Εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τις πολιτικές κοινωνικών επιδομάτων και στήριξη της ανεργίας.
  • Αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερους κινδύνους να παραμείνουν μακροχρόνια άνεργοι.
  • Έχουν φύγει ενωρίς από την εκπαίδευση ή έχουν εκπαιδευθεί επαγγελματικά σε εργασίες που χαρακτηρίζονται από ένα πλεονάζον ανθρώπινο δυναμικό κλπ.
  • Έχουν απογοητευθεί και αποθαρρυνθεί να ψάχνουν συνεχώς εργασία.

Επενδύσεις στην κατάρτιση

Για όλους αυτούς τους λόγους μια επιχείρηση που θέλει να αναπτυχθεί αξιοποιώντας ανθρώπινο δυναμικό που βρίσκεται στα «όρια της αγοράς εργασίας» θα πρέπει να πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις για την κατάρτιση και εξειδίκευση των εργαζομένων ή ανέργων παράλληλα με την προώθηση επενδύσεων σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό.

Ωστόσο, επειδή τα προγράμματα κατάρτισης συνεπάγονται αρκετές δαπάνες, αυτές είναι καλλίτερο να πραγματοποιούνται από δημόσιους εκπαιδευτικούς φορείς με βάση τις ανάγκες δυναμικών επιχειρήσεων.

Τα προγράμματα κατάρτισης θα γίνουν αφού οι εργαζόμενοι ή οι άνεργοι πεισθούν» ότι θα αποκτήσουν μια «βιώσιμη θέση εργασίας», δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη Διαχείριση Αλλαγών, αφού τα προγράμματα κατάρτισης και εξειδίκευσης θα εξασφαλίσουν:

  • Ένα ικανοποιητικό εισόδημα στους εργαζόμενους σχε  επιχειρήσεις που θα επενδύσουν σε νέες προσοδοφόρες δραστηριότητες.
  • Δυνατότητα ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων, μέσω της δια βίου μάθησης και επαγγελματικής ανέλιξης σε όφελος τόσο των εργαζομένων όσο και των επιχειρήσεων.
  • Ευελιξία στην οργάνωση εργασίας με ασφαλή απασχόληση επιτρέποντας στις επιχειρήσεις να προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές του εξωτερικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αναζήτηση στο site

© 2012 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα